Φυτοφάγο - κυρίως - θηλαστικό· το μοναδικό είδος που κατατάσσεται στο γένος Ailurus. Η κοινή ονομασία με το Γιγάντιο Panda δεν οφείλεται στην συγγένειά τους ως είδη, αλλά στις κοινές διατροφικές τους συνήθειες, το μπαμπού, καθώς η λέξη panda λέγεται ότι προέρχεται από την λέξη pónya που χρησιμοποιείται στο Νεπάλ για να δηλώσει "αυτόν που τρώει μπαμπού". Μπορεί να μοιάζει με ρακούν, νυφίτσα ή αλεπού, στην πραγματικότητα όμως, το κόκκινο panda είναι ένα ζωντανό απολίθωμα με πολύ μακρινή συγγένεια με το γνωστό panda· ο κοινός τους πρόγονος υπολογίζεται ότι έζησε κατά την Τρίτη Γεωλογική Περίοδο (δεκάδες εκατομμύρια χρόνια πριν).
Ζει στα κρύα ή έυκρατα δάση της Κίνας, του Νεπάλ, της Ινδίας και στους πρόποδες των Ιμαλαΐων.
Το μέγεθος του σώματός του κυμαίνεται από 56 μέχρι 63 εκ. κι η φουντωτή ουρά του από 37 μέχρι 47 εκ, και το βάρος του από 4 μέχρι 6 κιλά. Καλύπτεται από πυκνό, μαλακό κυρίως καστανοκόκκινο τρίχωμα, αλλά και με χρωματικές εναλλαγές (καστανοκόκκινο-μαύρο-άσπρο), λειτουργώντας ως κάλυψη πάνω στα δέντρα όπου και κατοικεί. Η μακριά φουντωτή ουρά του χρησιμεύει τόσο στην διατήρηση της ισορροπίας του όσο και στην παροχή ζεστασιάς κατά τις κρύες μέρες - καθώς τυλίγεται μ' αυτήν.
Τρέφεται κυρίως με τις χλωρές ρίζες και τα φύλλα των μπαμπού, με μούρα, λουλούδια, αυγά πτηνών, αλλά και έντομα και μικρότερα θηλαστικά. Είναι εφοδιασμένο με δυνατά, αιχμηρά δόντια κι - όπως και το γιγάντιο panda - διαθέτει έναν "ψευτοαντίχειρα", ο οποίος στην πραγματικότητα είναι μια προέκταση του οστού του καρπού, και του επιτρέπει να πιάνει και να σπάζει τα στελέχη των μπαμπού. Μια άλλη αξιοπερίεργη ιδιότητα των κόκκινων pandas αποτελεί ο τρόπος που κατεβαίνουν απ' τα δέντρα - με το κεφάλι προς τα κάτω και περιστρέφοντας τους αστραγάλους του.
Βασική απειλή του πληθυσμού των κόκκινων pandas αποτελεί ο ανθρώπινος παράγοντας ήταν με την μορφή της αποψίλωσης των δασών που αποτελούν το φυσικό τους περιβάλλον, είτε με αυτήν την λαθροθηρίας για την εμπορία της όμορφης γούνας τους.
Ζει στα κρύα ή έυκρατα δάση της Κίνας, του Νεπάλ, της Ινδίας και στους πρόποδες των Ιμαλαΐων.
Το μέγεθος του σώματός του κυμαίνεται από 56 μέχρι 63 εκ. κι η φουντωτή ουρά του από 37 μέχρι 47 εκ, και το βάρος του από 4 μέχρι 6 κιλά. Καλύπτεται από πυκνό, μαλακό κυρίως καστανοκόκκινο τρίχωμα, αλλά και με χρωματικές εναλλαγές (καστανοκόκκινο-μαύρο-άσπρο), λειτουργώντας ως κάλυψη πάνω στα δέντρα όπου και κατοικεί. Η μακριά φουντωτή ουρά του χρησιμεύει τόσο στην διατήρηση της ισορροπίας του όσο και στην παροχή ζεστασιάς κατά τις κρύες μέρες - καθώς τυλίγεται μ' αυτήν.
Τρέφεται κυρίως με τις χλωρές ρίζες και τα φύλλα των μπαμπού, με μούρα, λουλούδια, αυγά πτηνών, αλλά και έντομα και μικρότερα θηλαστικά. Είναι εφοδιασμένο με δυνατά, αιχμηρά δόντια κι - όπως και το γιγάντιο panda - διαθέτει έναν "ψευτοαντίχειρα", ο οποίος στην πραγματικότητα είναι μια προέκταση του οστού του καρπού, και του επιτρέπει να πιάνει και να σπάζει τα στελέχη των μπαμπού. Μια άλλη αξιοπερίεργη ιδιότητα των κόκκινων pandas αποτελεί ο τρόπος που κατεβαίνουν απ' τα δέντρα - με το κεφάλι προς τα κάτω και περιστρέφοντας τους αστραγάλους του.
Βασική απειλή του πληθυσμού των κόκκινων pandas αποτελεί ο ανθρώπινος παράγοντας ήταν με την μορφή της αποψίλωσης των δασών που αποτελούν το φυσικό τους περιβάλλον, είτε με αυτήν την λαθροθηρίας για την εμπορία της όμορφης γούνας τους.
Λατρεύω
ΑπάντησηΔιαγραφή