Η τάξη των Γλαυκόμορφων πτηνών περιλαμβάνει περίπου 200 είδη αρπακτικών πτηνών, στην πλειονότητά τους νυκτόβια. Διακρίνονται σε δύο οικογένειες, την οικογένεια των Τυτονιδών με 16 είδη και την οικογένεια των Στριγγιδών όπου ανήκουν όλα τα υπόλοιπα.
Σύμφωνα με τις επικρατέστερες ετυμολογικές προσεγγίσεις η λέξη γλαυξ προέρχεται από το επίθετο γλαυκός (ο έχων ανοιχτό γαλάζιο χρώμα) και δόθηκε στα συγκεκριμένα πτηνά από τους αρχαίους Έλληνες λόγω του λαμπερού και σπινθηροβόλου βλέμματος τους. Η επιστημονική ονομασία Strigiformes (Στριγγόμορφα), καθώς και το όνομα της οικογένειας των Στριγγιδών, ετυμολογούνται από το αρχαίο ελλ. στρίγξ, λατ. strix, το οποίο αποτελεί ηχομιμητικό της εκφραστικής φωνής του πουλιού και έχει άμεση σχέση με το ρήμα "τρίζω", καθώς και με το νεοελληνικό "στρίγγλα". "Τυτώ" ήταν στην αρχαιότητα, όπως και σήμερα, το όνομα της γλαύκας "Τυτώ η λευκή" (Tyto alba).
Η κουκουβάγια αποτελεί σύμβολο σοφίας και σύνεσης, καθώς κατά την ελληνική μυθολογία αποτελεί το σύμβολο της θεάς Αθηνάς. Σύμφωνα με τον μύθο η θεά Αθηνά εντυπωσιάστηκε από τα μεγάλα μάτια και την σοβαρή εμφάνισή της και έχρισε την γλαύκα αγαπημένο της πουλί και έμβλημα που την συντροφεύει σε πολλά αγάλματα. Άλλωστε στην Παλλάδα οφείλει και το λατινικό της όνομα athene noctua.
Η κουκουβάγια προστατεύτηκε και κατοίκησε την ακρόπολη σε μεγάλους αριθμούς. Καθώς όμως η θεά Αθηνά, εκτός από θεά της σύνεσης και της σοφίας, είναι και η θεά του πολέμου η κουκουβάγια έγινε ο προστάτης που συνόδευε τον ελληνικό στρατό στον πόλεμο. Εάν μια κουκουβάγια πετούσε πάνω από τους Έλληνες στρατιώτες πριν από μια μάχη, αποτελούσε σημάδι νίκης. Πιο συγκεκριμένα, και σύμφωνα με τον Αριστοφάνη (Σφήκες), η επίτευξη μιας νίκης κατά των Περσών οφείλεται στην πτήση μιας γλαύκας η οποία στάλθηκε από την θεά Αθηνά ως αγγελιοφόρος, «Γλαύξ γάρ ημών, πριν μάχεσθαι, τον στρατόν διέπτατο». Οι κάτοικοι της Αθήνας πίστευαν πως η θεά Αθηνά έπαιρνε συχνά την μορφή μιας κουκουβάγιας όταν ήθελε να παρουσιαστεί στους ανθρώπους. Προστάτευε επίσης το αθηναϊκό εμπόριο και την τιμούσαν με την παρουσία της φιγούρας της στην μία πλευρά των αθηναϊκών νομισμάτων.
Τετράδραχμο Αθηνών, 449-404 π.Χ. |
Η μορφή του πτηνού είναι ιδιαίτερη και χαρακτηριστική με
αξιοσημείωτες προσαρμογές στις ανάγκες ενός νυκτόβιου θηρευτή. Έχει
μακριές και στρογγυλεμένες φτερούγες οι οποίες συγκριτικά με το σωματικό
τους βάρος είναι δυσαναλόγα μεγάλες· σε συνδυασμό με το μαλακό και
πυκνό πτέρωμα
επιτυχγάνουν μια σχεδόν απολύτως αθόρυβη πτήση. Έχουν κοντή ουρά και ένα
δυσαναλόγως μεγάλο κεφάλι με ένα δισκοειδές μεγάλο πρόσωπο· το ράμφος
της είναι κυρτό και γαμψό.
Ιδιαίτερα οξυμένη σε όλα τα γλαυκόμορφα είναι η αίσθηση της ακοής και της οράσεως,
Τα
μάτια της βρίσκονται μπροστά, ώστε να έχει στεροσκοπική αντίληψη του
περιβάλλοντος, κάτι το οποίο είναι απαραίτητο σε κάθε κυνηγό,και να
μπορεί να εκτιμά σωστά την απόσταση και την ταχύτητα. Για την τέλεια
εκμετάλλευση του υπάρχοντος φωτός ο οφθαλμός έχει πάρει κωνικό σχήμα με
το πίσω μέρος να καταλήγει σε μυτερό σημείο επιτρέποντας στην
κουκουβάγια να βλέπει σε πολύ λίγο φως. Όμως το μεγάλο μέγεθος των
ματιών είχε ως αποτέλεσμα τα μάτια της κουκουβάγιας να παραμείνουν
ακίνητα αναγκάζοντας την να περιστρέφει το κεφάλι της προς το σημείο που
θέλει να δει· έτσι έχει αναπτύξει επιπλέον σπονδύλους στον αυχένα της,
οι οποίοι της επιτρέπουν να περιστρέψει το κεφάλι της 270 μοίρες. Τα
όργανα της ακοής είναι τοποθετημένα ασύμμετρα στο κεφάλι του πτηνού και η
διαμόρφωση του προσώπου είναι τέτοια, ώστε να κατευθύνει τα ακουστικά
κύματα στους ακουστικούς πόρους.
Πιο συγκεκριμένα το δεξί αυτί
είναι συνήθως τοποθετημένο πιο ψηλά από το αριστερό με αποτέλεσμα ο
ήχος να φτάνει στο δεύτερο αυτί καθυστερημένα κατά δέκατα του
δευτερόλεπτου. Έτσι η χρονική διαφορά μεταξύ της καταγραφής του ίδιου
ήχου της δίνει τη δυνατότητα εύρεσης του ακριβές σημείου της ηχητικής
πηγής. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργεί έναν εικονικό χάρτη δίκην ραντάρ.
Σημαντικό ρόλο στην λειτουργία του ραντάρ παίζουν τα ευαίσθητα φτερά του
προσώπου που είναι έτσι τοποθετημένα ώστε να καθοδηγούν τους ήχους προς
τα αυτιά. Μόλις ακούσει την λεία της, στρέφει το κεφάλι προς τη πηγή του
ήχου. Με την οξεία όραση της και το πλατύ της πρόσωπο να λειτουργεί ως
ραντάρ εντοπίζει την ακριβή θέση του θηράματος και επιτίθεται με
επιτυχία.
Τρέφεται με μεγάλα έντομα, βατράχια, ποντίκια, σαύρες
και σπανιότερα μικρά πουλιά· λόγω λοιπόν των διατροφικών της συνηθειών
κατατάσσεται και ως ένα από τα πιο χρήσιμα για τον άνθρωπο πτηνά.
Nyctea scandiaca |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου